π. Θεοδώρου Ζήση
Γεννάδιος Β ΣχολάριοςΒίος-Συγγράμματα-Διδαχές
ΔεμένοΠατριαρχικό Ίδρυμα Πατερικών ΜελετώνΣελίδες: 555ISBN: 9780008062583
Μετά πολλής χαράς και ικανοποιήσεως προβαίνομεν εις την δευτέραν έκδοσιν της περί του πατριάρχου Γενναδίου Β' Σχολαρίου μονογραφίας. Η ταχυτάτη εξάντλησις των αντιτύπων της α' εκδόσεως σημαίνει ότι η μελέτη προεκάλεσε το ενδιαφέρον και του ευρυτέρου αναγνωστικού κοινού αλλά και της επιστημονικής ερεύνης. Εν έτος μετά την κυκλοφόρησιν των αντιτύπων ταύτα είχον εξαντληθή. Η επιβράδυνσις της επανεκδόσεως οφείλεται εις οικονομικοτεχνικούς λόγους.
Το εγχείρημα ημών να αποκαταστήσωμεν την μεγάλην αυτήν μορφήν της Ορθοδόξου Εκκλησίας, και διό των γνωστών μεσαιωνικών μεθόδων, ήτο δυσχερέστατον. Ηναγκάσθημεν να επανεξετάσωμεν το πρόβλημα της νοθεύσεως των συγγραμμάτων του πατριάρχου και των πρακτικών της συνόδου Φερράρας-Φλωρεντίας και να αποκαλύψωμεν την προσπάθειαν των νέων εκδοτών των απάντων του Σχολαρίου να συντηρήσουν και ενισχύσουν την σύγχυσιν περί το πρόσωπον και το έργον αυτού, παρ' ότι ο εις εξ αυτών, ο X. Siderides, διεμαρτυρήθη εγκαίρως διά τα τεκταινόμενα.
Η ιστορική έρευνα απαιτεί τόλμην και αίσθησιν ιστορικής ευθύνης, ιδιαιτέρως όταν αφορά εις πρόσωπα του παρελθόντος, τα οποία συκοφαντούμενα και κακοποιούμενα αδυνατούν να απαντήσουν, κυρίως όμως όταν ευρίσκεται αντιμέτωπος προς συστηματικώς οργανωμένον πρόγραμμα αλλαγής των ιστορικών στοιχείων, διά να συναχθούν επιθυμητά πορίσματα. Στόχος των ερευνητών δεν πρέπει να είναι η συλλογή επαινετικών βιβλιοκρισιών, αλλ' η εύρεσις της αληθείας, έστω και με το τίμημα να δεχθούν την κριτικήν μήνιν των κρινομένων και των περί αυτούς.
Ημείς, αναλαβόντες να δείξωμεν το επισφαλές και αβάσιμον της ρωμαιοκαθολικής ερμηνείας περί του προσώπου και του έργου του Σχολαρίου και να επαναφέρωμεν την ατονήσασαν εκ των επιρροών παραδοσιακήν ορθόδοξον θέσιν, εγνωρίζομεν εκ των προτέρων ότι θα συνηντώμεν ισχυράν και ομαδικήν αντίδρασιν εκ μέρους των ρωμαιοκαθολικών ερευνητών, οι οποίοι θα επεχείρουν, επικαλούμενοι ασημάντους αδυναμίας της μελέτης και ορθόδοξον προκατάληψιν, ως εάν οι ίδιοι εστερούντο αντιστοίχων αδυναμιών και προκαταλήψεων, να πλήξουν την αντικειμενικότητα και αμεροληψίαν αυτής.
Πράγματι, οι μεγάλοι των ρωμαιοκαθολικών ειδικών (J. Gill, J. Darryzès, H. Gruzel κ.ά.) ανέλαβον εις σχετικάς βιβλιοκρισίας να παρουσιάσουν την έρευναν ως προκατειλημμένην, χωρίς να αναιρέσουν ούτε μίαν από τας βασικάς θέσεις αυτής. Δεδομένου όμως ότι η ρωμαιοκαθολική έρευνα περί του Σχολαρίου είχε καταγγελθή και υπό παλαιοτέρων ερευνητών ως μεροληπτική, ο απαρτισμός αντικειμενικής και αμερολήπτου γνώμης απήτει τουλάχιστον να παρουσιασθή και η altera pars. Ο επιστημονικός διάλογος απαιτεί να λαμβάνη κανείς υπ' όψιν όλα τα δεδομένα και όλας τας πλευράς. Μόνον κατά τον τρόπον αυτόν θα υπηρετήσωμεν γνησίως το οικουμενικόν πνεύμα και θα συμβάλωμεν εν αληθεία εις την επίτευξιν της ποθούμενης ενότητος των Εκκλησιών, και όχι αποκρύπτοντες την αλήθειαν και απαγορεύοντες την διατύπωσιν αντιθέτων γνωμών, ως πράττει βαναύσως εκ των βιβλιοκριτών ο G. Podskalsky [BZ 77 (1984) 58-60]. Ούτος όχι μόνον χαρακτηρίζει, επιστήμονας, οι οποίοι επέκριναν τας μεθόδους του Παπισμού (Fromman, Fuhrman, Hoensbroech), αλλά και εντέχνως επικρίνει την Humboldt-Stiftung, η οποία διά της χορηγήσεως εις ημάς ερευνητικής υποτροφίας διηυκόλυνε την έρευναν των θεμάτων της μελέτης. Αλλοίμονον όμως, αν επανήρχετο η έρευνα εις την εποχήν των απηγορευμένων βιβλίων και της επιβολής ποινών εις τους τολμηρούς ερευνητάς.
Η αντιμετώπισις πάντως της μελέτης υπό των Ορθοδόξων υπήρξεν ενθουσιώδης και εγκωμιαστική. Έσχε τοιαύτην επίδρασιν, ώστε να επανατυπώνωνται και να διορθώνωνται βιβλία, τα οποία είχον επιδράσεις ρωμαιοκαθολικάς, αμέσους ή εμμέσους. Ορθώς ο D. Balfour, απαντών εις τας προκατειλημμένας κρίσεις των Ρωμαιοκαθολικών, προέβλεψεν ότι η άποψις του καθηγητού Θ. Ζήση θα επικρατήση εις την Ελλάδα επί όλων των άλλων απόψεων, υπάρχει δε καλή προοπτική να επικρατήση πανταχού. [Sobornost 5 (1983) 83]. Η επαλήθευσις αυτής της προβλέψεως αποτελεί την καλυτέραν δικαίωσιν της μελέτης.
Πολλοί εκ των βιβλιοκριτών επεσήμαναν υπαρχούσας πράγματι ελλείψεις εις την βιβλιογραφίαν, τυπογραφικάς αβλεψίας κ.τ.λ. Εις την παρούσαν έκδοσιν δεν προέβημεν εις διορθώσεις και βελτιώσεις. Θα πράξωμεν τούτο εις μελλοντικήν έκδοσιν λαμβάνοντες υπ' όψιν τας γενομένας παρατηρήσεις των βιβλιοκριτών, τους οποίους και ευχαριστούμεν θερμώς.
Σεπτέμβριος 1988Θ. Ζήσης